Η φωτογραφία μου
"Καλωσορίσατε στο Cine...σθημα, ένα ιστολόγιο με θέμα το σινεμά που εστιάζει στην Cine...σθηματική πλευρά της 7ης. Εδώ θα βρείτε τις κριτικές μου για ταινίες που παρακολούθησα στις σκοτεινές αίθουσες και άλλα άρθρα μου που σχετίζονται με τον κινηματογράφο. Μια κριτική είναι η υποκειμενική άποψη κάποιου για μια ταινία και δεν αποτελεί ασφαλή οδηγό για κάθε υποψήφιο θεατή. Δεν υπάρχουν καλές και κακές ταινίες, υπάρχουν μόνο αυτές που μας αρέσουν και εκείνες που δεν μας αρέσουν. Η βαθμολογία βγαίνει από ειδικό πρόγραμμα ανά μισό αστέρι, το άριστα αποτελούν τα 5 αστέρια".
Καλή σας ανάγνωση.. / ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: e-mail: CineS8HMA@yahoo.gr

Η Cine...σθηματική πλευρά της 7ης..

Η Cine...σθηματική πλευρά της 7ης..

02 Ιανουαρίου 2011

κριτική: WELCOME [****]


Πρεμιέρα στο 15ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» (2009)
Στις αίθουσες 19/11/09

Κοινωνικό Δράμα (Γαλλία, 116 λεπτά)
Σκηνοθεσία-Σενάριο: Φιλιπ Λιορέ
Πρωταγωνιστούν: Βενσάν Λιντόν, Φιράτ Αϊβερδί, Οντρέ Ντανά.

Υπόθεση: O Μπιλάλ είναι 17 χρονών και έχει ξεκινήσει από το Ιράν για να συναντήσει το κορίτσι που αγαπάει η οποία έχει μεταναστεύσει στην Αγγλία. Το ταξίδι του διακόπτεται στις βόρειες ακτές της Γαλλίας, αφού δεν υπάρχει τρόπος να επιβιβαστεί σε κάποιο καράβι και να διασχίσει τη Μάγχη. Μοναδικός τρόπος να τα καταφέρει είναι να το κάνει κολυμπώντας. Η γνωριμία του με τον προπονητή κολύμβησης Σιμόν αποδεικνύεται καθοριστική, αφού αρχίζει να μαθαίνει τι χρειάζεται για το πέρασμα στην απέναντι όχθη.


Είναι βράδυ Σαββάτου 19 Σεπτεμβρίου 2009, μια φθινοπωρινή βραδιά κι ο καιρός είχε αυτή την μελαγχολική διάθεση που συνήθως συνοδεύει το Φθινόπωρο. Βρίσκομαι στο φουαγιέ του κινηματογράφου Δαναός εν όψει του Φεστιβάλ και αναμένω τους δείκτες του ρολογιού μου να συντονιστούν στις 19:30 ώρα ελλάδος για να περάσω στην αίθουσα. Δίπλα μου στέκονται δύο κύριοι που συζητούν στα Γαλλικά, ό ένας είναι ψηλός με ένα επιβλητικό ντύσιμο και ο άλλος χαμηλού ύψους και πολύ απλά ντυμένος, δεν μπορώ να καταλάβω τι λένε αλλά κάνω την εξής σκέψη: «Βρε λες να είναι ο Σκηνοθέτης της ταινίας? Κι αν είναι όντως ποιος είναι από τους δύο? Ο ψηλός με το επιβλητικό ντύσιμο ή ο κοντός με το πολύ απλό ντύσιμο?» Αφήνω το ένστικτό μου να με οδηγήσει και αποφασίζω ότι ο Σκηνοθέτης είναι ο τύπος με το επιβλητικό στυλάκι. Οι δείκτες του ρολογιού μου επιτέλους έδειξαν 19:30 και περνάω στην αίθουσα. Μετά από λίγο βλέπω τον κύριο Ορέστη Ανδρεαδάκη (κριτικός) να κρατάει το μικρόφωνο και να στέκεται μπροστά από την οθόνη λέγοντας: «Κυρίες και κύριοι καλός ήρθατε (Welcome) στο φεστιβάλ "Νύχτες Πρεμιέρας" για την προβολή της ταινίας Welcome, σας παρουσιάζω τον σκηνοθέτη της ταινίας Φιλπίπ Λιορέ!» Και τι να δω??? Ο κύριος Ανδρεαδάκης παραδίδει το μικρόφωνο σε έναν κύριο με πολύ απλό ντύσιμο σε εκείνον που συνάντησα στο φουαγιέ, το ένστικτο μου μόλις με είχε προδώσει, τελικά μπορεί να είναι και απλός ένας σημαντικός άνθρωπος! O Φιλίπ Λιορέ έπιασε το μικρόφωνο και τον χειροκροτήσαμε, γιατί όμως; αφού ακόμα δεν τον ξέραμε; (δεν είναι ακόμα γνωστός στο ελληνικό κοινό). Και τότε μας είπε χαμογελώντας: «Θα προτιμούσα αντί να με χειροκροτήσετε τώρα απλά από ευγένεια, να χειροκροτήσετε μετά το τέλος της ταινίας αν το νιώσετε» είχε δίκιο, κάποιες φορές οι τυπικές κινήσεις ευγένειας είναι ανούσιες, μας έδωσε ραντεβού μετά το τέλος της προβολής όπου θα γινόταν μια συζήτηση για την ταινία. Και τώρα σσσς… η προβολή αρχίζει…

Οι τίτλοι τέλους πέφτουν στο πανί και περιμένουμε υπομονετικά να κυλίσουν μέχρι και τον τελευταίο, τα φώτα δεν ανοίγουν και κανένας δεν σηκώνεται από τις θέσεις του, οι τίτλοι κυλούσαν συνοδευόμενοι από την μουσική της ταινίας, οι θεατές έντονα συναισθηματικά φορτισμένοι, τα φώτα ανάβουν ο Φιλίπ Λιορέ στέκεται μπροστά από το πανί, η συναισθηματική φόρτιση του κοινού αποφορτίζεται με ένα εκκωφαντικό χειροκρότημα, ο Φιλίπ Λιορέ μας χαμογελάει, τελικά είχε δίκιο... αυτό το χειροκρότημα είχε νόημα κι όχι το προηγούμενο!

Τι θα συνέβαινε άραγε αν βρισκόντουσαν εις γάμου κοινωνία το Πολιτικό σινεμά του Κώστα Γαβρά με το Κοινωνικό σινεμά του Ζαν Πιερ Ζενέ? Ένας πετυχημένος γάμος με κουμπάρο τον Φιλίπ Λιορέ! Διότι ο σκηνοθέτης παρουσίασε το καυτό πολιτικό θέμα τον λαθρομεταναστών και της λαθρομετανάστευσης μέσα από μια άκρως συγκινητική και ρομαντική ιστορία αγάπης δύο ζευγαριών.

Δύο εντελώς διαφορετικά ζευγάρια, το ένα ντόπιο το άλλο αλλοδαπό, το ένα μεσήλικο το άλλο ανήλικο αλλά με τον ίδιο στόχο και το ίδιο όνειρο: Δύο κύριοι που δίνουν την μάχη να κερδίσουν τις αγαπημένες τους κυρίες. Ο σκηνοθέτης επικεντρώνει το φιλμ του σε αυτή τη δύσκολη μάχη των δύο ηρώων μας, εστιάζοντας στα συναισθήματα τους. Σε πολλά πλάνα τα συναισθήματα τους μεταπηδούν από το πανί χωρίς την χρήση του λόγου αλλά με γκρο πλάνα στα θλιμμένα και κουρασμένα πρόσωπά τους, που την μία οι μύες των προσώπων σφίγγουν ελαφρά, δίνοντας στα πρόσωπα ένα νεύρο ελπίδας και την άλλη χαλαρώνουν δείχνοντας βυθισμένα στην απογοήτευση. Οι συγκρατημένοι ήρωες της ταινίας μας κάποιες φορές βρίσκουν διέξοδο σε ένα ξέσπασμα κι ύστερα επιστρέφουν στην ανασυγκρότηση των δυνάμεων τους για τον αγώνα τους.

Ο ένας είναι ο Σιμόν (Βενσάν Λιντόν), κολυμβητής με πολλά βραβεία αγώνων στη συλλογή του (εκ των οποίων και δύο χρυσά) κι ο άλλος ο Ιρακινός ανήλικος Μπιλάλ ο οποίος έχει πολλά βραβεία στη συλλογή του για αγώνες ταχύτητας (τρεξίματος), το παρατσούκλι του «Ο Δρομέας». Και οι δύο τους έχουν μάθει να κερδίζουν σε αγώνες, τώρα όμως και οι δύο τους έχουν να δώσουν έναν διαφορετικό αγώνα, πιο δύσκολο, πρέπει να κερδίσουν τις συντρόφους τους. Ο Σιμόν πρέπει να πείσει την πρώην σύζυγο του ότι έχει αναθεωρήσει κάποιες απόψεις του, ότι πλέον δεν στέκεται ενάντια σε κάτι που εκείνη αγαπάει τόσο πολύ, ότι πλέον βλέπει τους αλλοδαπούς σαν συνανθρώπους του, μιας κι εκείνη ασχολιόταν με τα συσσίτια αλλοδαπών. Ο Μπιλάλ πρέπει να καταφέρει να φτάσει στην Αγγλία γιατί εκεί βρίσκεται η αγαπημένη του. Ακούγεται εύκολο αυτό και θα ήταν για κάποιον άλλον, όχι όμως για έναν αλλοδαπό που δεν έχει το δικαίωμα να επιβιβαστεί σε πλοίο και να περάσει στις απέναντι ακτές. Ψάχνει να βρει τρόπο για να βρεθεί εκεί. Ο Σιμόν δεν έχει αυτή την δύναμη ψυχής του Μπιλάλ, ενώ βλέπει την σύζυγο του να απομακρύνεται δεν «τολμάει» να την κρατήσει.

Σιμόν και Μπιλάλ αναπτύσσουν σταδιακά μια φιλία και ο ένας βοηθάει τον άλλον να αντιμετωπίσουν το δράμα τους. Ο Σιμόν μαθαίνει κολύμπι στον Μπιλάλ και ο Μπιλάλ βοηθάει τον Σιμόν να θυμηθεί πως αντιμετωπίζουν οι άντρες και οι αθλητές τα προβλήματά τους! Ο Μπιλάλ έχει θέσει ως στόχο έναν άκρος επικίνδυνο αγώνα, θέλει να πάει κολυμπώντας στην Αγγλία διασχίζοντας μια απόσταση 22 μίλια (10 ώρες κολύμπι) σε πολύ παγωμένα νερά και με δυνατά θαλάσσια ρεύματα. Ο Σιμόν προσπαθεί να τον αποτρέψει, αλλά είναι αποφρασμένος να ξανά δει την Μίνα του. Ο Σιμόν μέσα από την προσπάθεια του Μπιλάλ βλέπει την δική του δειλία, χαρακτηριστική σκηνή που το δηλώνει αυτό η ακόλουθη: [ O Σιμόν μιλώντας στην πρώην του σύζυγο για τον Μπιλάλ, της λέει γεμάτος απογοήτευση: «Αυτός θα διασχίσει 22 μίλια κολυμπώντας για την κοπέλα του κι εγώ για σένα δεν θα διέσχιζα ούτε τον δρόμο για να αλλάξω πεζοδρόμιο» ]. Ο σκηνοθέτης αρχίζει και μας δείχνει την μετάνοια του ήρωα και την διακριτική προσπάθεια του να επανορθώσει. Επίσης ο φακός εστιάζει στον χαρακτήρα της πρώην συζύγου Μαριόν (Οντρέ Ντανά), τα συναισθήματα της είναι ανάμικτα, από τη μία ρίχνει κλεφτές ματιές στον αναθεωρημένο ψυχισμό του Σιμόν και από την άλλη πρέπει να κοιτάζει την νέα της ζωή.

Οι ερμηνείες σε μια ταινία χαρακτήρων παίζουν καθοριστικό ρόλο για το συνολικό αποτέλεσμα. Και οι πρωταγωνιστές μας συμβάλουν σε αυτό με το ταλέντο τους και με την όρεξη που δηλώνουν μπροστά στο φακό. Έχουν αγκαλιάσει ερμηνευτικά το φιλμ και δεν μπορώ να βρω λόγια ειλικρινά για την υπέροχη ερμηνεία του Βενσαν Λιντόν (Σιμόν). Θα πω απλά ότι ο ήρωας που ενσαρκώνει θα σκιαγραφηθεί με ανεξίτηλο μελάνι στην μνήμη των θεατών.

Οι συγκινητικές σκηνές έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις ταινίες χαρακτήρων, αυτό συμβαίνει και εδώ. Δύσκολο να μην συγκινηθεί ο θεατής όταν βλέπει ένα ανήλικο παιδί να κοιτάζει την απέναντι όχθη της Αγγλίας έχοντας στο χέρι τα δύο κομμάτια της φωτογραφία της κοπέλας του (που του έσκισαν οι αστυνομικοί) και να προπονείτε στο κολύμπη μέρα και νύχτα (κυριολεκτικά) για να καταφέρει να την ξανά δει. Δύσκολο να μην συγκινηθείς όταν βλέπεις έναν άνθρωπο που από εκεί που δεν συμπαθούσε τους λαθρομετανάστες, θέτει σαν στόχο της ζωής του να βοηθήσει έναν ρισκάροντας να φυλακιστεί (μιας και ο νόμος δεν επιτρέπει στους πολίτες να βοηθούν λαθρομετανάστες). Δύσκολο επίσης να μην συγκινηθείς όταν βλέπεις κάποιον που δεν μπορεί να αποχωριστεί το δαχτυλίδι της πρώην γυναίκας του (ένα πανάκριβο δαχτυλίδι με διαμάντια) και που τελικά αποφασίζει να το δώσει στον Μπιλάλ για να το προσφέρει στην Μίνα. Και τέλος πώς να μην συγκινηθείς όταν βλέπεις ότι όλα αυτά αλλά και άλλες σκηνές πλαισιώνονται από ήρωες που βάζουν το συναίσθημα στο βάθρο του νικητή και τον κίνδυνο στη θέση του ηττημένου.

Παρακολουθήσαμε δύο ανθρώπινες ιστορίες που η μία -πολύ εύστοχα- ωθούσε την εξέλιξη της άλλης και επικοινωνούσαν μεταξύ τους ως συγκοινωνούντα δοχεία, κρατώντας έτσι αμείωτο το ενδιαφέρον μας και οξύνοντάς το στη πορεία του έργου.

Ο τίτλος της ταινίας πηγάζει από μια ειρωνεία, την οποία πολύ έξυπνα έδειξε ο σκηνοθέτης στην ακόλουθη σκηνή: [ Ο Σιμόν διαπληκτίζεται με τον ένοικο της πολυκατοικίας που μένει ακριβώς απέναντι από το διαμέρισμα του. Απείλησε τον Σιμόν ότι αν ξανά φιλοξενήσει αλλοδαπούς θα έχει «προβλήματα». Ο Σιμόν μετά τον τσακωμό πάει να μπει στο διαμέρισμά του και κοιτάζει την απέναντι πόρτα του αντιπαθητικού του γείτονα, υπάρχει ένα χαλάκι πόρτας το οποίο γράφει «Welcome» ].
Με αυτή τη σκηνή ο Λιορέ δηλώνει την ειρωνεία του κόσμου, από την μία παρουσιαζόμαστε ως φιλόξενοι καλωσορίζοντας τους επισκέπτες μας αλλά από την άλλη τους διαχωρίζουμε και βάζουμε απαγορευτικό εισόδου σε κάποιους.

Το μόνο που θα μπορούσε να προσθέσει στο πολύ καλό του εγχείρημα ο Φιλίπ Λιορέ θα ήταν κάποιες σκηνές σε "Φλας Μπακ" όπου θα μας αποκάλυπταν προσωπικές στιγμές του Μπιλαλ με την Μίνα. Αυτό πιστεύω θα μας ταύτιζε ακόμα περισσότερο με το δράμα τους και θα όξινε ακόμα περισσότερο την είδη έντονη συναισθηματική μας φόρτιση. Επίσης να επισημάνουμε ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα του δημιουργού οι χαρακτήρες της ταινίας αντιπροσωπεύουν αληθινά πρόσωπα από τα οποία και εμπνεύστηκε ο σκηνοθέτης.

Καλό είναι να αποφεύγουμε σε μια κριτική να κάνουμε οποιαδήποτε αναφορά για το φινάλε, όμως ένα τέτοιο φινάλε δύσκολα μένει ασχολίαστο και θα το κάνω με διφορούμενο τρόπο έτσι ώστε να μην υποψιάσω τους αναγνώστες για την κατάληξη των ηρώων μας. Στο φινάλε μιας ταινίας υπάρχει ένα τελικό αποτέλεσμα όπως και στους αγώνες υπάρχει ο νικητής και ο ηττημένος, δεν θα πω την τελική έκβαση των αγώνων των πρωταγωνιστών μας αλλά θα εστιάσω σε δύο σκηνές:
Α) Ο Σιμόν είναι σε ένα καφέ και χτυπάει το τηλέφωνο του, συνομιλεί με κάποια και της λέει για κάτι που βρήκε, εκείνη του απαντάει πως χάρηκε, οι μύες του προσώπου του αποκτούν ένα νεύρο που δηλώνει μια συγκρατημένη αυτοπεποίθηση, κλίνοντας λέει κάτι το οποίο τονίζει χρησιμοποιώντας δύο συνώνυμες λέξεις, δύο ρίματα. Με αυτή τη σκηνή ο Σκηνοθέτης θέλει να προϊδεάσει τους θεατές για την τελική έκβαση του ενός "αγώνα", που τελικά δεν μας την δείχνει αλλά την φανταζόμαστε από την πιο πάνω σκηνή.
Β) Ο Σιμόν πάει να φύγει από το καφέ, το μάτι του πέφτει πάνω στην TV, μεταδίδει έναν αγώνα της αγγλικής ποδοσφαιρικής ομάδας Μάντσεστερ και δείχνει τον Ρονάλντο να πανηγυρίζει για το γκολ που μόλις σημείωσε, οι θεατές στο καφέ ζητωκραυγάζουν κι ο Σιμόν κοιτάζει καθηλωμένος την οθόνη με ένα έντονο βλέμμα, ένα βλέμμα που λέει πολλά, ένα βλέμμα που λέει τα πάντα… Αυτή η σκηνή έχει να κάνει με την τελική έκβαση του δεύτερου "αγώνα".

Σε κάποιο πλάνο βλέπουμε μια κάμεο εμφάνιση του Λιορέ (είναι στην ακτή ο κύριος με το σκύλο) κάτι το οποίο κάνουν κι άλλοι σκηνοθέτες (όπως μας έχει συνηθίσει ο σκηνοθέτης Νάιτ Σιάμαλαν όπου δεν ξεχνάει στις ταινίες του να κάνει ένα "πέρασμα" μπροστά από το φακό). Το φιλμ απέσπασε δύο βραβείο στο 59 Berlin International Film Festival, Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής και Βραβείο Label των Europa Cinemas.

Μια ταινία που έχει να περάσει σημαντικά μηνύματα για την λαθρομετανάστευση αλλά μέσα από την διαδρομή του συναισθήματος κι όχι μέσα από έναν ξύλινο πολιτικό λόγο. Άλλωστε όπως δήλωσε και ο σκηνοθέτης μετά την προβολή της ταινίας, δεν ήθελε να κάνει μια καθαρά πολιτική ταινία ούτε να κάνει ένα ντοκιμαντέρ, ήθελε να μιλήσει για το πρόβλημα αυτό μέσα από μια συγκινητική ανθρώπινη ιστορία έτσι ώστε να περάσει το μήνυμα πρώτα μέσα από την καρδιά και μετά μέσα από το διανοητικό κι όχι αντίστροφα, είναι μονόδρομος όπως χαρακτηριστικά είπε, γιατί έτσι πιστεύει πως μπορεί να υπάρχει καλύτερο αποτέλεσμα. Συμφωνώ απόλυτα μαζί του, είναι καλύτερο πρώτα να νιώσεις κάτι και μετά να το σκεφτείς γιατί τότε είναι πιο δυνατό! Όσοι λοιπόν θέλετε να νιώσετε έντονα συναισθήματα και να δείτε από μια διαφορετική όψη τα προβλήματα των μεταναστών προσέλθετε!

Α.. και μην ξεχάσετε να πάρετε μαζί σας χαρτομάντιλα, μάλλον θα τα χρειαστείτε... κυρίως στην τελευταία σεκάνς της ταινίας (η σεκάνς συνάντησης του Σιμόν με την ...)



Ομιλία του Σκηνοθέτη (Ά μέρος)


Ομιλία του Σκηνοθέτη (΄Β μέρος)